Τετάρτη 13 Μαΐου 2009

Ο Ναός του Επικούρειου Απόλλωνα, ένα μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς

Ο ναός του Επικούρειου Απόλλωνα παρουσιάζει ένα πλήθος από πρωτοτυπίες τόσο στην εσωτερική όσο και την εξωτερική του διαρρύθμιση, καθιστώντας τον έτσι ένα μοναδικό μνημείο στην ιστορία της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Για πρώτη φορά αντιπροσωπεύονται σε ένα ναό στοιχεία και από τους τρεις αρχιτεκτονικούς ρυθμούς της αρχαιότητας : Ιωνικός, Δωρικός, Κορινθιακός.

«Και ξάφνου σε ένα απογύρισμα του βουνού υψώνεται αναπάντεχα μπροστά σου ο ξακουστός ναός του Απόλλωνα στις Βάσσες στην καρδιά της Πελοπόννησος. Έτσι
πελεκημένες και τοποθετημένες οι κολώνες τούτες του ναού εκφράζουν την ουσία
όλης ετούτης της βουνίσιας αυστηρότητας κι ερημίας. Θαρρείς πως είναι η κεφαλή
του τοπίου, η ιερή, γυροτραφισμένη περιοχή, όπου μέσα προφυλαγμένος αγρυπνάει ο νους του. Σαν να λαχτάριζε από αιώνες μέσα στους σκοτεινούς όγκους του ολάκερο το βουνό να εκφραστεί και μόλις απόχτησε το ναό τούτον του Απόλλωνα, αλάφρωσε. Αλάφρωσε, θέλω να πω πήρε νόημα, το νόημά του και χάρηκε
».
Έτσι περιγράφει, μεταξύ άλλων, ο μεγάλος Έλληνας συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης το ναό που έκτισε το 420 π.χ. ο Ικτίνος ο ίδιος αρχιτέκτονας που έκτισε και τον Παρθενώνα. Ο Παυσανίας, μάλιστα, τον θεωρεί το δεύτερο μετά της Τεγέας πελοποννησιακό ναό σε κάλλος και αρμονία (8.41.8).
Ο αρχαιότερος ναός στο ιερό του Απόλλωνα οικοδομήθηκε στα τέλη του 7ου αι. π.Χ. και γύρω από αυτόν είχε αναπτυχθεί μικρός οικισμός, που συνέχισε να κατοικείται και στην κλασική εποχή. Είναι πιθανό ότι γύρω στο 650 π.Χ. εγκαταστάθηκαν στις Βάσσες και πολλοί Μεσσήνιοι φυγάδες, που είχαν καταφύγει στην Αρκαδία μετά την ήττα τους από τους Σπαρτιάτες. Από την περίοδο αυτή σώζονται αναθήματα των πιστών, που βρέθηκαν σε όλη την επίχωση της έκτασης γύρω από το ναό. Πρόκειται κυρίως για πήλινα αγγεία και πήλινα ειδώλια, μεταλλικά ειδώλια ανθρώπων και ζώων, κοσμήματα, ένα ηχείο λύρας από κέλυφος χελώνας και πλήθος όπλων, τόσο πραγματικών, κατασκευασμένων από σίδηρο όσο και απομιμήσεων από χαλκό, που είχαν καθαρά αναθηματική χρήση. Η προσφορά των όπλων στο ιερό του Απόλλωνα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τους πρώτους αιώνες ο θεός λατρευόταν κυρίως με την πολεμική του ιδιότητα. Κοντά στο ναό βρέθηκαν και υπολείμματα επεξεργασίας μετάλλου, επομένως στην περιοχή πρέπει να υπήρχε εργαστήριο μεταλλουργίας κατά την αρχαϊκή εποχή. Για την οικοδομική εξέλιξη του ιερού πριν από την κλασική εποχή οι γνώμες των ερευνητών ποικίλλουν. Φαίνεται ότι ο αρχαϊκός ναός είχε ακόμη μία ή δύο οικοδομικές φάσεις, γύρω στο 600 και 500 π.Χ., στις οποίες ίσως ανήκουν διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη που έχουν αποκαλυφθεί στο χώρο. Ο «ικτίνειος› ναός των κλασικών χρόνων, που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης, κτίσθηκε γύρω στο 420 π.Χ. Στα βόρεια και βορειοδυτικά του εντοπίσθηκαν τα αρχαία λατομεία, από όπου εξορύχθηκε το υλικό για την κατασκευή του.
Ο Αρχαιολογικός Χώρος του Ιερού
Νοτιοδυτικά της Ανδρίτσαινας, σε ένα επιβλητικό και άγριο ορεινό τοπίο, βρίσκεται ο μεγαλοπρεπής ναός του Επικούριου Απόλλωνα, ένας από τους μεγαλύτερους ναούς της Αρχαιότητας.
Ο ναός βρίσκεται σε απόσταση 14 χλμ. νότια της Ανδρίτσαινας, σε υψόμετρο 1.130 μ., επάνω στο όρος Κωτίλιο. Στην τοποθεσία αυτή, που στην αρχαιότητα ονομαζόταν Βάσσες (που σημαίνει μικρά πλατώματα σε βράχους), οι κάτοικοι της γειτονικής Φιγάλειας είχαν ιδρύσει, από τον 7ο αι.π.Χ., ιερό του Απόλλωνος Βασσίτα, τον οποίο και λάτρευαν με την προσωνυμία του Επικουρίου- συμπαραστάτη στον πόλεμο ή στην αρρώστια. Το επίθετο Επικούριος δόθηκε την εποχή των πολέμων με τους Σπαρτιάτες γύρω στο 650 π.Χ.
Η περιοχή των Βασσών βρίσκεται στα όρια της Αρκαδίας, της Τριφυλίας και της Μεσσηνίας, στη δυτική πλαγιά του όρους Κωτίλιο, κοντά στην αρχαία πόλη Φιγάλεια. Οφείλει την ονομασία της στη μορφολογία του εδάφους, το οποίο αποτελείται από πολλές μικρές κοιλάδες (βάσσαι ή βήσσαι), που διαμορφώνονται μέσα στους βράχους. Στο γυμνό και βραχώδες αυτό τοπίο, σε απόσταση περίπου 13 χλμ. από τη Φιγάλεια και σε υψόμετρο 1.131 μ. οι Φιγαλείς είχαν ιδρύσει ιερό προς τιμήν του Απόλλωνα, που συνδεόταν με την πόλη τους μέσω της ιεράς οδού. Στο ιερό αυτό δέσποζε ένα από τα σημαντικότερα και επιβλητικότερα μνημεία της αρχαίας Ελλάδας, ο μεγαλειώδης ναός που ήταν αφιερωμένος στο θεό. Η λατρεία του Απόλλωνα στην περιοχή των Βασσών ανάγεται στα τέλη του 8ου - αρχές του 7ου αι. π.Χ. Ο θεός φέρει το επίθετο «επικούριος›, διότι σύμφωνα με την παράδοση συνέδραμε τους Φιγαλείς στον αγώνα τους κατά των Σπαρτιατών το 659 π.Χ. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η ονομασία οφείλεται στο γεγονός ότι ο Απόλλωνας εμπόδισε την εξάπλωση επιδημίας, που έπληττε την περιοχή στα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου. Επίσης, σε επιγραφή προερχόμενη από την περιοχή, ο Απόλλωνας αναφέρεται και ως «βασσίτας›.

Ο ναός του Απόλλωνος στο ιερό των Βασσών αποτελεί ένα από τα καλύτερα σωζόμενα μνημεία της κλασικής αρχαιότητας. Συγκεκριμένα, είναι ο καλύτερα διατηρημένος ναός μετά το ναό του Ηφαίστου στην Αθήνα. Από όλους τους ναούς της Πελοποννήσου, ύστερα από το ναό της Τεγέας, θα μπορούσε αυτός να πάρει την πρώτη θέση για το κάλλος του μαρμάρου και το αρμονικό σύνολο.
Χτίστηκε το 420-400 π.Χ. στη θέση ενός παλαιότερου, αρχαϊκού ναού. Ο περιηγητής Παυσανίας, που επισκέφτηκε και θαύμασε το μνημείο στα μέσα περίπου του 2ου αι.μ.Χ., αναφέρει ως αρχιτέκτονά του τον Ικτίνο.
Ο Ικτίνος υπήρξε σύγχρονος και στενός φίλος του μεγάλου γλύπτη Φειδία. Και οι δύο εργάστηκαν την εποχή του Περικλή. Σύμφωνα με το Βιτρούβιο, ο Ικτίνος συνέγραψε μαζί με τον Κάρπιο την τεχνική μελέτη «για τον Δωρικό ναό της Αθηνάς στην Αθήνα». Ο Ικτίνος αναφέρεται από τρεις έλληνες συγγραφείς: το Στράβωνα, τον Παυσανία και τον Πλούταρχο. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι έχτισε τον ναό του Επικούρειου Απόλλωνα στην Αρκαδία. Επίσης, στον Ικτίνο ανατέθηκε η κατασκευή του Τελεστηρίου της Δήμητρας στην Ελευσίνα και η κατασκευή του Παρθενώνα στην Ακρόπολη (μαζί με τον Καλλικράτη). Απ’ ότι φαίνεται ο Ικτίνος εγκατέλειψε την Αττική μετά την κατασκευή του Παρθενώνα. Πήγε στην Πελοπόννησο όπου έχτισε τον ναό του Επικούρειου Απόλλωνα.
Η θέση που κατέχει ο ναός στην ιστορία της ελληνικής αρχιτεκτονικής είναι ξεχωριστή, καθώς συνδυάζει με ιδιοφυή τρόπο τα αρχαϊστικά στοιχεία, που υπαγόρευε η τοπική θρησκευτική παράδοση, με τις τολμηρές ανανεωτικές ιδέες του δημιουργού του. Είναι δωρικός παρίπτερος, με προσανατολισμό Β.-Ν και διαστάσεις 14,48x38,24μ. στο επίπεδο του στυλοβάτη.
Η υπερβολικά στενόμακρη κάτοψη της περίστασης, ο αριθμός των κιόνων (6x15 αντί του κανονικού για την εποχή 6x13) και η διάταξή τους (μεγαλύτερα μετακιόνια διαστήματα στις στενές πλευρές) είναι αρχαϊκά χαρακτηριστικά και παραπέμπουν σε συγκεκριμένο πρότυπο: το μεγάλο ναό του Απόλλωνος στους Δελφούς. Συνυπάρχουν όμως αρμονικά με προοδευτικά γνωρίσματα της ώριμης κλασικής αθηναϊκής αρχιτεκτονικής, όπως είναι η λεπτότητα των κιόνων, το χαμηλό ύψος της κρηπίδας και του θριγκού και η ευρυχωρία του προδόμου και του οπισθοδόμου. Η μεγάλη πρωτοτυπία του μνημείου έγκειται στη διαμόρφωση του εσωτερικού του.
Στο σηκό υπάρχει η ιδέα της κιονοστοιχίας κατά τις τρεις πλευρές, όπως στον Παρθενώνα και το ναό του Ηφαίστου (Θησείο) στην Αθήνα, όμως οι κίονες στις μακρές πλευρές δεν είναι ελεύθεροι. Εκφύονται από τους τοίχους ως λεπτά εγκάρσια χωρίσματα (ανάλογα με εκείνα του αρχαϊκού ναού της Ήρας στη Ολυμπία), που απολήγουν σε ιωνικούς ημικίονες με ιδιότυπα κοινόκρανα και βάσεις. Στη στενή πλευρά του σηκού, απέναντι από την είσοδο, ο ελεύθερος κίονας (ίσως και οι δύο τελευταίοι, στην ίδια γραμμή με αυτόν, ημικίονες) έφερε το πρώτο στην ιστορία της αρχιτεκτονικής κορινθιακό κιονόκρανο.
Η κιονοστοιχία στήριζε ιωνικό θριγκό με ανάγλυφη ζωφόρο, που περιέτρεχε εσωτερικά και τις τέσσερις πλευρές του σηκού. Είχε μήκος 31 μ. και οι 23 πλάκες της, με σκηνές αμαζονομαχίας και κενταυρομαχίας, βρίσκονται από το 1814 στο Βρετανικό Μουσείο. Πίσω από τον ελεύθερο κορινθιακό κίονα, στη θέση του κλειστού αδύτου άλλων ναών, δαιμορφώνεται ένας κλειστός χώρος, που επικοινωνεί μεν ελεύθερα με το σηκό, "βλέπει" όμως για θρησκευτικούς λόγους προς ανατολάς, με μια πόρτα που ανοίγεται προς το ανατολικό πτερό. Όλα αυτά τα στοιχεία συνέτειναν στην ανάδειξη του εσωτερικού χώρου και αποτέλεσαν καινοτομίες που έμελλε να επηρεάσουν αποφασιστικά την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής στους επόμενους αιώνες.
Ο ναός είναι χτισμένος από τοπικό ασβεστόλιθο. Μαρμάρινα ήταν τα κιονόκρανα του σηκού, ορισμένα μέρη της οροφής και της στέγης και ο γλυπτός διάκοσμος. Η ερείπωση άρχισε από τα ρωμαϊκά χρόνια, πρώτα από τους ανθρώπους και ύστερα από τους σεισμούς. Γλυπτά του διάκοσμου του ναού, μεταξύ των οποίων και Αμαζονομαχία, βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Βρεττανικό Μουσείο.
Η ζωφόρος του ναού είναι ένα πραγματικό αριστούργημα αποτελούμενη από εικοσιτρείς μαρμάρινες πλάκες, από τις οποίες οι έντεκα δυτικά παρίσταναν κενταυρομαχία (Λάπηθες - Κένταυροι) και οι έντεκα ανατολικά αμαζονομαχία (Αθηναίοι - Αμαζόνες). Η κεντρική στο βάθος παρίστανε τον Απόλλωνα που με τη συνδρομή της Αρτέμιδος, έκανε να επέλθει η δικαιοσύνη, που διαταράχτηκε από τους αίτιους των φοβερών μαχών (Κενταύρους - Αμαζόνες). Πρόκειται για πραγματικό αριστούργημα που η ζωντάνια και η έκφραση των μορφών, καθώς και η συνταιριασμένη πλοκή των σκηνών, το κατατάσσουν στους καλύτερους γλυπτικούς διάκοσμους της αρχαιότητας. Δυστυχώς τα μοναδικά αυτά γλυπτά της ζωφόρου του Επικουρείου Απόλλωνα, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας έγιναν αντιληπτά από Ευρωπαίους αρχαιοκάπηλους και εκλάπησαν. Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος τους κοσμεί τις προθήκες του Βρετανικού μουσείου, αλλά και του μουσείου του Λούβρου και του Μονάχου. Μέσα στο ναό υπήρχε και μεγάλο (12 πόδια) χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα το οποίο κατά τις μαρτυρίες του Παυσανία, όταν ιδρύθηκε η Μεγάλη Πόλις μεταφέρθηκε και τοποθετήθηκε εκεί, μπροστά από το τέμενος του Λυκαίου Διός.
Σήμερα, ο ναός διατηρείται στη μορφή που έλαβε με τις εργασίες αναστήλωσής του από την Αρχαιολογική Εταιρεία, στις αρχές του αιώνα. Από το 1965, και συστηματικά από το 1982, το Υπουργείο Πολιτισμού έχει αναλάβει το δύσκολο έργο της συντήρησης και προστασίας του μνημείου. Το στέγαστρο, που προστατεύει το ευαίσθητο οικοδομικό υλικό από τις ακραίες καιρικές συνθήκες της περιοχής, το αντισεισμικό ικρίωμα και οι άλλες εγκαταστάσεις είναι προσωρινά, για όσο διάστημα απαιτήσουν οι σωστικές εργασίες.
Η πρόσβαση στον αρχαιολογικό χώρο του ναού μπορεί να γίνει από την Μεγαλόπολη, μέσω Καρύταινας, και από τα Κρέστενα της Ηλίας.

Κοίτα να δείς...
Συχνά οι μαθητές των τμημάτων ελληνικής γλώσσας και πολιτισμού, γίνονται, με το δικό τους τρόπο, οι καλύτεροι πρεσβευτές της Ελλάδας και μάλιστα χωρίς υστεροβουλία. Το λέω αυτό γιατί χρειάζεται κάποτε να γίνει ο διαχωρισμός ανάμεσα σε ένα είδος "επαγγελματικού" φιλελληνισμού και ενός ανυστερόβουλου θαυμασμού, που πηγάζει από διαφορετικές πηγές, αλλά συγκλίνει πάντα σε ένα σημείο:την προβολή της Ελλάδας με έναν τρόπο που πολλές φορές θα τον ζήλευαν κι οι ίδιοι οι Έλληνες.Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και ο κ. Vassallo Ferdinando, οποίος στη ιστοσελίδα του προβάλλει με διάφορους τρόπους στοιχεία της κουλτούρας μας που τον ενδιαφέρουν, από την κουζίνα μέχρι τη θάλασσα και από τη μυθολογία μέχρι τη γλωσσολογία οι σελίδες του στο διαδίκτυο είναι γεμάτες από ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις και πληροφορίες για τον πολιτισμό μας.Μια πρόσφατη δημοσίευσή του αφορά στο ναό του Επικούρειου Απόλλωνα στην Πελοπόννησο. Σας συστήνω να επισκεφτείτε την ιστοσελίδα του και να πάρετε μια γεύση από τον επιστημονικό τρόπο της παρουσίασης του ναού και των εργασιών που γίνονται στον αρχαιολογικό χώρο: ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟΥ : http://digilander.libero.it/ferdinando_vassallo/Vasse.htm

Ο κ. Vassallo είναι μαθητής του τμήματος ενηλίκων που λειτουργεί, εδώ και τέσσερα χρόνια, στη Νάπολη με πρωτοβουλία του ιταλο-ελληνικού συλλόγου των μαθητών των πρώην Λασαλιανών σχολών Ρόδου.

Από το σύνολο των μνημείων υπό την «προστασία» της Ουνέσκο τα 17 από αυτά είναι ελληνικά, καταχωρημένα ως μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς.Τα μνημεία αυτά είναι: Ο ναός του Επικούρειου Απόλλωνα στις αρχαίες Βάσσες της Ηλείας, η Ακρόπολη στην Αθήνα, ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών, η Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου, τα Μετέωρα, το όρος Αθως, τα Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά Μνημεία της Θεσσαλονίκης, το Ιερό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, ο Μυστράς, η Ολυμπία, η νήσος Δήλος, το μοναστήρι του Δαφνίου, ο Οσιος Λουκάς και η Νέα Μονή της Χίου, το Πυθαγόρειο και το Ηραίο της Σάμου, η Βεργίνα, οι Μυκήνες και η Τίρυνθα, η Χώρα με το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και η Κρύπτη της Αποκάλυψης στην Πάτμο και τέλος, η Παλιά Πόλη της Κέρκυρας
Πηγές:
(κείμενο ειδικού φυλλαδίου της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας), Υπουργείο Πολιτισμού Ολυμπία Βικάτου, αρχαιολόγος http://odysseus.culture.gr/h/3/gh351.jsp?obj_id=6664, http://arcadia.ceid.upatras.gr/arkadia/archsites/xwroi/epik.htm, http://www.komvos.edu.gr/fryktories/modules.php?name=News&file=article&sid=316, UNESCO



2 σχόλια:

ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΟΣ ΑΡΙΣΤΑΙΟΣ είπε...

Αγαπητέ ΣυνΕλληνα

Αφού δώσω συγχαρητήρια για την τόσο ενδιαφέρουσα ανάρτηση, να τονίσω ότι το μέρος επιλέχτηκε κατόπιν υποδείξεως του Μαντείου των Δελφών.

Τα υπόλοιπα στοιχεία θα τα συγκρίνω με το υλικό που έχω μαζέψει καθότι για το μέρος έχω ιΔΙΑιτερο ενΔΙΑφέρων.

ΕΡΡΩΣΟ

Θα ενημερώσω προσεχώς για την επίσκεψη που έχω στα σκαριά.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΒΡΑΜΟΠΟΥΛΟΣ είπε...

ΘΕΡΜΑ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΟΜΟΡΦΟ BLOGSPOT!! ΣΑΣ ΠΡΟΣΚΑΛΟΥΜΕ ΣΤΗ ΣΕΛΙΔΑ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK: http://www.facebook.com/group.php?gid=206868487643&ref=ts

ΦΙΛΙΚΟΥΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ!